- σπαράζομαι
- σπαράζομαι, σπαράχτηκα, σπαραγμένος βλ. πίν. 24——————Σημειώσεις:σπαράζομαι : η έννοια διαφοροποιείται στην παθητική φωνή.Το σπαράζομαι σημαίνει → υφίσταμαι, περνάω τραγική δοκιμασία (λόγω εσωτερικής διαμάχης κτλ.).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.